Οι επόμενοι λίγοι μήνες προσφέρουν στην ελληνική διπλωματία την ευκαιρία άσκησης αποτελεσματικής πίεσης στα Τίρανα
Το σχέδιο του πρωθυπουργού της Αλβανίας Εντι Ράμα για τον -έστω απώτερο- στόχο εκλογής κοινού προέδρου της χώρας του και του Κοσόβου, μαζί με θεσμούς κοινής διπλωματικής εκπροσώπησης και όργανα που θυμίζουν την εγκαθίδρυση ομοσπονδίας, δεν αποτελεί πολιτικό κεραυνό εν αιθρία, αλλά εκπλήσσει ως προς τον χρόνο της δημόσιας διακήρυξής του.
Αν ο κ. Ράμα είχε στοιχειώδη αυτοσυγκράτηση και αίσθηση μετριοπάθειας, δεν θα αποτολμούσε μια δήλωση που επαναφέρει τις θεωρίες περί Μεγάλης Αλβανίας λίγες μέρες μετά τις ανακοινώσεις της Κομισιόν ως προς τη στρατηγική της για τα Δυτικά Βαλκάνια, λίγους μήνες πριν από τη δημοσιοποίηση του «Διευρυνσιακού Πακέτου» της Ε.Ε. και λίγο καιρό πριν από την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων για το Σύμφωνο Αθήνας - Τιράνων. Προφανώς, κατά το κοινώς λεγόμενο, «βρίσκει και τα κάνει» και αναστατώνει τα Βαλκάνια, επειδή δεν αναμένει την προβολή σοβαρών εμποδίων από την Κομισιόν ή την Αθήνα.
Η διαπίστωση αυτή δεν αφορά τη σημερινή ηγεσία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, αλλά τις διαδοχικές ευθύνες της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη που δεν κύρωσε στη Βουλή τη διμερή συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες το 2009, της κυβέρνησης Παπανδρέου που δεν προστάτευσε τα συμφέροντα της ελληνικής εθνικής μειονότητας κατά την αλβανική απογραφή του 2011 και, ως συνήθως, του κ. Ευ. Βενιζέλου που δεν αξιοποίησε την ελληνική προεδρία στην Ε.Ε. για την επιβολή πρόσθετων όρων κατά την απόδοση καθεστώτος υποψήφιας προς ένταξη χώρας, στην Αλβανία, το 2014.
Η διαπίστωση αυτή δεν αφορά τη σημερινή ηγεσία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, αλλά τις διαδοχικές ευθύνες της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη που δεν κύρωσε στη Βουλή τη διμερή συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες το 2009, της κυβέρνησης Παπανδρέου που δεν προστάτευσε τα συμφέροντα της ελληνικής εθνικής μειονότητας κατά την αλβανική απογραφή του 2011 και, ως συνήθως, του κ. Ευ. Βενιζέλου που δεν αξιοποίησε την ελληνική προεδρία στην Ε.Ε. για την επιβολή πρόσθετων όρων κατά την απόδοση καθεστώτος υποψήφιας προς ένταξη χώρας, στην Αλβανία, το 2014.
Οχι μόνον ο κ. Ράμα, αλλά και οι προκάτοχοί του έχουν αποδείξει ότι έχουν την ικανότητα μεγάλης αναμονής για την ικανοποίηση μακροπρόθεσμων στόχων της εξωτερικής πολιτικής τους. Η αντίφαση μάλιστα, όπως ακριβώς και στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί τον πιο ειλικρινή υποστηρικτή της ένταξης της Αλβανίας στην Ε.Ε. και έναν από τους μεγαλύτερους επενδυτές στη χώρα. Δηλαδή, όπως και στα Σκόπια, διαψεύδεται ο θεωρητικός κανόνας ότι η μεγάλη οικονομική διείσδυση προσφέρει εύκολα πολιτικά ανταλλάγματα. Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων έχουν χαμηλό βιοτικό επίπεδο, αλλά υψηλή πολιτική αξιοπρέπεια.
Ασφαλώς, οι σχέσεις Αθήνας - Τιράνων δεν έχουν καμία σχέση με την περίοδο πριν από το 1987 (άρση εμπολέμου από τους Αν. Παπανδρέου και Καρ. Παπούλια) ή με τους διωγμούς κατά της μειονότητας το 1994-1995. Το Σύμφωνο Φιλίας του 1996 επέλυσε αρκετά προβλήματα.
Οσο όμως και αν θέλει κανείς να αισιοδοξεί εν όψει της επικείμενης υπογραφής νέου Συμφώνου, δεν είναι δυνατόν να συνεχίζονται η ολιγωρία ως προς την προστασία της εθνικής (όχι μόνο θρησκευτικής) μειονότητάς μας και η ανοχή στην έγερση του ανύπαρκτου θέματος των Τσάμηδων. Οι επόμενοι λίγοι μήνες προσφέρουν στην ελληνική διπλωματία την ευκαιρία άσκησης αποτελεσματικής πίεσης στα Τίρανα, καθώς η Ε.Ε. έχει συμπεριλάβει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία των μειονοτήτων στα βασικά κριτήρια για την πρόοδο της αλβανικής υποψηφιότητας.
Εν όψει του «Διευρυνσιακού Πακέτου» τον Απρίλιο και της πιθανότατης λήψης αποφάσεων για την Αλβανία και την ΠΓΔΜ στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου (σύμφωνα με πληροφορίες έγκυρων πηγών, αυτό το χρονοδιάγραμμα έχει ζητήσει η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκ. Μέρκελ από τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζ.Κ. Γιούνκερ), η Αθήνα οφείλει να απαιτήσει την ενίσχυση της εκπαίδευσης των παιδιών της μειονότητας, την καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας στα όργανα της δημόσιας διοίκησης, την προστασία των περιουσιών των Ελλήνων και, επιτέλους, την κατάργηση της ισχύος της «μειονοτικής ζώνης».
Πρόκειται για το προσβλητικό και αντιευρωπαϊκό κληροδότημα της σταλινικής περιόδου των Χότζα και Αλία που αναγνώριζε -τυπικά- τα δικαιώματα της μειονότητάς μας μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές και όχι οπουδήποτε ζούσαν και ζουν Ελληνες στην Αλβανία. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι, με βάση την απογραφή του 2011, παρόμοιο καθεστώς για τις μειονοτικές ζώνες ισχύει έμμεσα μέχρι και σήμερα, γίνεται σαφές ότι άλλη ευκαιρία, πέραν των θερινών αποφάσεων της Ε.Ε., μάλλον δεν θα υπάρξει σύντομα.
Ασφαλώς, οι σχέσεις Αθήνας - Τιράνων δεν έχουν καμία σχέση με την περίοδο πριν από το 1987 (άρση εμπολέμου από τους Αν. Παπανδρέου και Καρ. Παπούλια) ή με τους διωγμούς κατά της μειονότητας το 1994-1995. Το Σύμφωνο Φιλίας του 1996 επέλυσε αρκετά προβλήματα.
Οσο όμως και αν θέλει κανείς να αισιοδοξεί εν όψει της επικείμενης υπογραφής νέου Συμφώνου, δεν είναι δυνατόν να συνεχίζονται η ολιγωρία ως προς την προστασία της εθνικής (όχι μόνο θρησκευτικής) μειονότητάς μας και η ανοχή στην έγερση του ανύπαρκτου θέματος των Τσάμηδων. Οι επόμενοι λίγοι μήνες προσφέρουν στην ελληνική διπλωματία την ευκαιρία άσκησης αποτελεσματικής πίεσης στα Τίρανα, καθώς η Ε.Ε. έχει συμπεριλάβει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία των μειονοτήτων στα βασικά κριτήρια για την πρόοδο της αλβανικής υποψηφιότητας.
Εν όψει του «Διευρυνσιακού Πακέτου» τον Απρίλιο και της πιθανότατης λήψης αποφάσεων για την Αλβανία και την ΠΓΔΜ στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου (σύμφωνα με πληροφορίες έγκυρων πηγών, αυτό το χρονοδιάγραμμα έχει ζητήσει η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκ. Μέρκελ από τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζ.Κ. Γιούνκερ), η Αθήνα οφείλει να απαιτήσει την ενίσχυση της εκπαίδευσης των παιδιών της μειονότητας, την καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας στα όργανα της δημόσιας διοίκησης, την προστασία των περιουσιών των Ελλήνων και, επιτέλους, την κατάργηση της ισχύος της «μειονοτικής ζώνης».
Πρόκειται για το προσβλητικό και αντιευρωπαϊκό κληροδότημα της σταλινικής περιόδου των Χότζα και Αλία που αναγνώριζε -τυπικά- τα δικαιώματα της μειονότητάς μας μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές και όχι οπουδήποτε ζούσαν και ζουν Ελληνες στην Αλβανία. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι, με βάση την απογραφή του 2011, παρόμοιο καθεστώς για τις μειονοτικές ζώνες ισχύει έμμεσα μέχρι και σήμερα, γίνεται σαφές ότι άλλη ευκαιρία, πέραν των θερινών αποφάσεων της Ε.Ε., μάλλον δεν θα υπάρξει σύντομα.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η αλβανική πλευρά υπόσχεται ρύθμιση όλων των σχετικών θεμάτων με τη μελλοντική έκδοση ερμηνευτικών νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και εγκυκλίων, θυμίζοντας πολύ το παιχνίδι των ελληνικών κυβερνήσεων όλων των τελευταίων ετών έναντι της τρόικας (νυν «θεσμών»), με το σκεπτικό ότι λίγες εκκρεμότητες δεν πρέπει να θίξουν την επίτευξη συμφωνίας. Ως πρώτοι διδάξαντες, δεν θα πρέπει να το δεχθούμε.
Αλέξανδρος Τάρκας
*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη
δημοκρατία
δημοκρατία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια τα οποία προσβάλουν και θίγουν πρόσωπα θα διαγράφονται.
Ανώνυμα μηνύματα που θα θίγουν επώνυμα άτομα θα διαγράφονται.
Σας προσκαλούμαι σε έναν διάλογο απόψεων και θέσεων για ένα καλύτερο μέλλων της ιδιαίτερης πατρίδος μας.