Tην πλήρη αποτυχία των πολιτικών που ακολούθησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις έναντι της Αλβανίας και στηριχτήκαν πότε σε ιδεολογικές - πολιτικές συγγένειες πότε σε αυτοσχεδιασμούς και υποτιθέμενες προσωπικές σχέσεις, επιβεβαίωσε πανηγυρικά το επεισόδιο στις Δρυμάδες με την κατεδάφιση του Ναού του Αγίου Αθανασίου. | |
Ένα περιστατικό το οποίο δεν ήταν ούτε τυχαίο, ούτε αποσπασματικό, αλλά ενορχηστρώθηκε από κορυφαίους παράγοντες του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος του πρωθυπουργού Έντι Ράμα και είχε σαφή και ξεκάθαρο στόχο όχι μόνο την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας αλλά και την ίδια την Ελλάδα. Η Αθήνα, η οποία δεν κατάφερε την τελευταία 25ετία να διαμορφώσει μια πάγια, συνεπή και αποτελεσματική πολιτική έναντι των Τιράνων, όχι μόνο δεν μπόρεσε να προστατεύσει ουσιαστικά την παραμονή και ευημερία της ελληνικής εθνικής μειονότητας στις εστίες της, αλλά βλέπει να γίνεται καθημερινά στόχος των Τιράνων, είτε με αιχμή το θέμα των Τσάμηδων (που αποτελεί πλέον επίσημη πολιτική της κυβέρνησης Ράμα), είτε με το θέμα της Συμφωνίας Οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών, είτε με τις πιέσεις που ασκούνται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Στο θέμα της Συμφωνίας Οριοθέτησης Θαλασσίων ζωνών, υπενθυμίζεται ότι αποτελεί το Βατερλώ της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, καθώς, τελικά, αντί να ασκηθεί πίεση στα Τίρανα για αποδοχή της Συμφωνίας, οδηγήθηκε η Αθήνα στη σιωπηρή αμοιβαία αναστολή ερευνών σε θαλάσσια οικόπεδα για τα οποία είχε ήδη προκηρύξει διαγωνισμό για σεισμογραφικές έρευνες. Και μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Αθήνα δεν χρησιμοποίησε ποτέ εποικοδομητικά (και όχι απειλητικά) τα δύο μεγάλα χαρτιά που είχε στα χέρια της, την ευρωατλαντική πορεία της Αλβανίας αλλά και την άμεση εξάρτηση της αλβανικής οικονομίας από την Ελλάδα, καθώς ακόμη και τώρα, εν μέσω κρίσης, τα εμβάσματα από την Ελλάδα αποτελούν βασικό πόρο για την αλβανική οικονομία. Το τελευταίο επεισόδιο στις Δρυμάδες με την κατεδάφιση του Ναού του Αγίου Αθανασίου επιβεβαιώνει αυτό το αρνητικό και γεμάτο καχυποψία περιβάλλον των ελληνοαλβανικών σχέσεων. Οι ανακοινώσεις του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που κλιμακώθηκαν σταδιακά, με κορύφωση τον παραλληλισμό της καταστροφής του ναού με το έργο των τζιχαντιστών, δεν έφεραν αποτέλεσμα, παρά μόνο τα ειρωνικά σχόλια του Έντι Ράμα και τις προειδοποιήσεις για μη εμπλοκή της Ελλάδας σε εσωτερικές υποθέσεις της Αλβανίας. Παρά το γεγονός ότι ο Ναός του Αγίου Αθανασίου, με επίσημα αλβανικά έγγραφα αλλά και με βάση την απογραφή του 1921, αποτελεί ιδιοκτησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, ο Έντι Ράμα ενέπαιξε αυτούς που «θρηνούν και υπερασπίστηκαν το σκανδαλώδες οικοδόμημα της αποκαλούμενης εκκλησίας, ένα κτίσμα που κατασκευάσθηκε από την προσωπική βαναυσότητα της δεκαετίας του '90 πάνω σε ένα πολιτιστικό μνημείο, το οποίο κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι είναι Εκκλησία...». Και ο κ. Ράμα πρόσθεσε ότι «οι αλβανοί ορθόδοξοι είναι αλβανοί πολίτες, που έχουν το κράτος τους, που δεν είναι προτεκτοράτο καμιάς άλλης χώρας… Κάθε επέμβαση σε αυτό το πλαίσιο αποτελεί απαράδεκτη επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Αλβανίας...». (Βεβαίως, ο κ. Ράμα δεν εξηγεί γιατί κατεδαφίστηκαν τα πάντα αφού κατά τους ισχυρισμούς του ο Ναός του Αγίου Αθανασίου είχε κτισθεί σε θεμέλια και τοιχία πολιτιστικού μνημείου…). Του όλου σχεδίου ηγείται το αγαπημένο «παιδί» του Έντι Ράμα, ο βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Κότσιο Κοκεδήμα (ελληνικής καταγωγής), ο οποίος υποστήριξε ότι ο ναός, που κτίστηκε μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, κτίστηκε στα θεμέλια παλαιότερου ναού όπου βρισκόταν και ο τάφος του καθολικού Επισκόπου Δυρραχίου Νίλο Καταλάνο (17ος αιώνας), ο οποίος διέδωσε τον καθολικισμό στην Αλβανία και προσπάθησε να προσηλυτίσει τους Ορθόδοξους στην Ουνία… Πληροφορίες αναφέρουν ότι τα Τίρανα και το Βατικανό έχουν συμφωνήσει για την ανέγερση ανδριάντα του Καταλάνο στο σημείο του ναού που κατεδαφίστηκε, προκειμένου να τιμηθεί η πρόσφορα του στην Αλβανία. Ο Καταλάνο είχε συνδεθεί ιδιαίτερα με την Αλβανία, καθώς θεωρείται ότι συνέβαλε στην προώθηση της διδασκαλίας της αλβανικής γλώσσας, που μόλις στις αρχές του 20ού αιώνα απέκτησε δικό της αλφάβητο. Όλα αυτά βεβαίως εντάσσονται στη γενικότερη προσπάθεια που μεθοδικά οργανώνει η αλβανική κυβέρνηση για την ολοκλήρωση της προσπάθειας αφελληνισμού της Χειμάρρας, την οποία πρωτοξεκίνησε το κομμουνιστικό καθεστώς Χότζα. Και φυσικά πρόκειται περί μεθόδευσης που δεν έχει μόνο… ιδεολογικά ή εθνικά χαρακτηριστικά, αλλά κρύβονται και πολύ σημαντικά οικονομικά συμφέροντα. Η υφαρπαγή ελληνικών περιουσιών στη Χειμάρρα αποτελεί στόχο συγκεκριμένων κύκλων, οι οποίοι παλαιότερα συνδέονταν με τα επιχειρηματικά σχέδια τουριστικής ανάπτυξης εταιρειών συνδεδεμένων με τον Μπερίσα, ενώ και τώρα ο Κοκεδήμα και άλλοι παράγοντες του Σοσιαλιστικού Κόμματος έχουν συνδεθεί με επιχειρηματικά συμφέροντα που επιδιώκουν την τουριστική ανάπτυξη σε ελληνικές περιουσίες. Καθώς η ηλικία αλλά και η βεβαρημένη υγεία του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, ενός ποιμενάρχη που μπόρεσε να κρατήσει ζωντανή και να συστήσει την Αλβανική Ορθόδοξη Εκκλησία μετά τους διωγμούς του κομμουνιστικού καθεστώτος, εκ των πραγμάτων θα θέσουν τα προσεχή χρόνια θέμα διαδοχής, είναι προφανής ο στόχος του αλβανικού καθεστώτος να ενοχοποιήσει κάθε σχέση της Εκκλησίας με το ελληνικό στοιχείο, που αποτελεί όμως τον βασικό κορμό των ορθόδοξων της Αλβανίας. Και στο πλαίσιο αυτό επιχειρούνται εντάσεις και προβοκάτσιες, προκειμένου να πάρουν το πάνω χέρι στη διαχείριση της Αλβανικής Εκκλησίας αλβανοί ορθόδοξοι, ελεγχόμενοι απευθείας από τα Τίρανα. Εξάλλου, στην Αλβανία, ανεξαρτήτως κομμάτων, τα τελευταία χρόνια η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρείται ότι παίζει ρόλο αναχώματος στον αλβανικό αλυτρωτισμό και τις ιδέες περί Μεγάλης Αλβανίας, καθώς ποτέ δεν ταυτίσθηκε με τον αλβανικό εθνικισμό. Κωνσταντίνος Τσάκαλος |
Αντικαθεστωτικό ιστολόγιο του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού - deropolinews@gmail.com
Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2015
Τα «μυστικά» της αλβανικής πρόκλησης στους Δρυμάδες
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια τα οποία προσβάλουν και θίγουν πρόσωπα θα διαγράφονται.
Ανώνυμα μηνύματα που θα θίγουν επώνυμα άτομα θα διαγράφονται.
Σας προσκαλούμαι σε έναν διάλογο απόψεων και θέσεων για ένα καλύτερο μέλλων της ιδιαίτερης πατρίδος μας.