Γράφει ο Νίκος Υφαντής
Οι κληρικοί (επίσκοποι και ιερείς) κατά την οδυνηρή περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας πρόσφεραν πολλά στην κοινή υπόθεση της αποκατάστασης της ελευθερίας και της συγκράτησης των χριστιανών στην ορθόδοξη πίστη τους. Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας από ολιγογράμματους μοναχούς στα μοναστήρια υπήρξε καταλυτική και βοήθησε πάρα πολύ τους ελληνικούς πληθυσμούς να μην χάσουν τη γλώσσα τους και τις ελληνορθόδοξες παραδόσεις τους.
Πολλοί κληρικοί μαρτύρησαν για την πίστη τους και τα ελληνικά τους φρονήματα πριν, αλλά και μετά από την απελευθέρωση του 1913.
Να θυμίσουμε τον Πατροκοσμά, τον Άγιο των Σκλάβων, ο οποίος με τις συνεχείς περιοδείες του από το 1763 μέχρι το 1779 στην Ήπειρο και ειδικότερα στην Βόρειο Ήπειρο, εμψύχωνε και ενθάρρυνε τους χριστιανούς, αναπτέρωνε το ηθικό τους σε μια εποχή που οι αναγκαστικοί εξισλαμισμοί είχαν πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας. Στις δύσκολες αυτές ώρες των απηνών διώξεων ο ιερομόναχος Κοσμάς ο Αιτωλός κατέχει κορυφαία θέση. Ο Άγιος Κοσμάς, κατά κόσμο Κώνστας (1714-1779) υπήρξε ο μεγαλύτερος λαϊκός αναγεννητής. Φλογερός ρασοφόρος που απέτρεψε την τελευταία στιγμή τον εξισλαμισμό των κατοίκων του βόρειου Ηπειρωτικού τμήματος και ξαναζωντάνεψε την «αποσταμένη ελπίδα» και την πίστη των ραγιάδων στο «ποθούμενο».
Πήρε την άδεια και την ευλογία να αρχίσει τα κηρύγματα στην υπόδουλη πατρίδα από τον πατριάρχη Σεραφείμ Β’, ο οποίος καταγόταν από το Δέλβινο. Αναμορφωτής, παιδαγωγός, δάσκαλος, οραματιστής ιεραπόστολος, υψώθηκε πάνω από την καθημερινότητα και με το έργο του συνέτεινε στην αφύπνιση των σκλάβων. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 24 Αυγούστου 1779 στον Βορειοηπειρωτικό χώρο, στο Κολικόντασι, κοντά στο Μπεράτι, δίπλα στον Άψο ποταμό, όταν το σχοινί του Τούρκου του έσφιξε το λαιμό.
Να αναφέρουμε από τον μεγάλο αριθμό Μητροπολιτών της Δρυϊνουπόλεως μερικούς, οι οποίοι άφησαν σημαντικά ίχνη της δραστηριότητάς τους:
Ματθαίος Α’ (1611-1614). Από το 1611 επιτρόπευε τον άρρωστο Μητροπολίτη Ιωαννίνων Μανασσή. Υπήρξε ένας από τους πρωτεργάτες του άτυχου επαναστατικού κινήματος του Διονυσίου Σκυλοσόφου.
Κάλλιστος (1620-1636). Στις μέρες του Επισκόπου Καλλίστου ιδρύθηκε και λειτούργησε το πρώτο ελληνικό σχολείο στο Αργυρόκαστρο το 1633.
Σοφιανός (1672-1700). Για τον Σοφιανό γνωρίζουμε ότι το 1672 ίδρυσε την μοναστηριακή σχολή Πολύτσανης και πέθανε το 1711 ως μεγαλόσχημος της Μονής του Αγίου Αθανασίου, στο χωριό Πολύτσανη του Πωγωνίου. Ο Σοφιανός τη Μονή του Αγίου Αθανασίου την είχε ως ορμητήριο για την εθνικοθρησκευτική του δράση. Συνετέλεσε στην αναχαίτηση του εξισλαμισμού χρημοποιώντας ακόμη και ένοπλη αντίσταση. Υπήρξε ένας εμπνευσμένος απόστολος στα χρόνια της σκλαβιάς.
Δοσίθεος ο Μετσοβίτης (1760-1799). Η σαραντάχρονη ποιμαντορία του άφησε εποχή στο Αργυρόκαστρο και σε όλη τη διοικητική περιφέρεια της επισκοπής. Στις μέρες του παρατηρείται οικοδομικός οργασμός. Ανακαίνισε το επισκοπικό μέγαρο και έχτισε 70 καινούριες εκκλησίες. Επίσης επί της ποιμαντορίας του γράφτηκε ο κώδικας της Επισκοπής Αργυροκάστρου, που αποτελεί σήμερα ένα σημαντικό ιστορικό μνημείο για την εκκλησιαστική ιστορία της Ηπείρου.
Πολύκαρπος, Μητροπολίτης Λαρίσης. Καταγόταν από το χωριό Δάρδα της Κορυτσάς. Για την εθνική του δράση και τη συμμετοχή του στους αγώνες για την ανεξαρτησία καρατομήθηκε μπροστά στη Μητρόπολη της Λάρισας από τον Μαχμούτ Πασά.
Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης, Μητροπολίτης Ευβοίας. Υπήρξε ο εμπνευστής και κύριος συντελεστής της Επανάστασης της Εύβοιας. Για την εθνική του δράση υπέστη φρικτές ταπεινώσεις και εξευτελισμούς στα μπουντρούμια της Χαλκίδας.
Συνεργάτες του Γεωργίου Ζωγράφου στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα του 1914, μέλη της προσωρινής κυβέρνησης της Αυτονόμου Ηπείρου ήταν ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος Παπαχρήστου από το Λάμποβο του Σταυρού, ο Μητροπολίτης Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδων Βλάχος, ιδρυτής της Σχολής Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος και ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Γερμανός.
Επώνυμοι και ανώνυμοι κληρικοί πρωτοστάτησαν στη μακραίωνη ιστορία της περιοχής της Βορείου Ηπείρου και με κάθε τρόπο στήριξαν τους αγώνες τους. Οι ιερείς κράτησαν άσβεστη την ελπίδα των ραγιάδων για απελευθέρωση. Και μετά την απελευθέρωση μέχρι το τέλος του Β’ Μεγάλου Πολέμου κληρικοί αγωνίστηκαν για να κρατήσουν όρθια την ορθόδοξη πίστη. Το 1946, με την επικράτηση του προλεταριάτου και την εγκαθίδρυση της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας» του Ενβέρ Χότζα, άρχισαν τα δεινά και για τον κλήρο. Το καθεστώς άλλους ιερείς αποσχημάτισε, άλλους εξόρισε, άλλους φυλάκισε και πολλούς θανάτωσε, αφήνοντας ακέφαλο το ελληνικό στοιχείο. Η 45χρονη δικτατορία του Χότζα, άφησε πίσω της ερείπια και πληγές που πυορροούν ακόμη.
Γεγονός είναι ότι στον Βορειοηπειρωτικό χώρο κλήρος και λαός είναι δεμένοι με κοινούς αγώνες και κοινές θυσίες. Πριν από το 1940, γιατί μετά και μέχρι το 1990 επικράτησε σκοτάδι και σύγχυση, η Εκκλησία στην Βόρειο Ήπειρο, παρουσιάζει την εξής εικόνα:
- Κάτοικοι πριν από τον πόλεμο: 250.000 Έλληνες.
- Μητροπόλεις: Τιράνων και Πάσης Αλβανίας, Κορυτσάς, Βερατίου, Αυλώνος και Κανίνης, Αργυροκάστρου.
- Ιεροί Ναοί: 265, Μοναστήρια: 29, Ιερατικές Σχολές: 2, Ιερείς: 500.
Μετά την εγκαθίδρυση του μονοκομματικού καθεστώτος στην Αλβανία τα πράγματα, όσον αφορά το ελληνικό στοιχείο, άλλαξαν δραματικά. Το 1949 εξορίστηκε και πέθανε από τις κακουχίες το 1958 ο Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας Χριστόφορος (εφημ. Καθημερινή 25-12-1990). Οι Αλβανοί και σήμερα ισχυρίζονται ότι οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες δεν ξεπερνούν τις 60.000 ψυχές.
Τι να υποθέσουμε; Ότι οι επιπλέον 200 χιλιάδες εξαφανίστηκαν ή μετανάστευσαν; Ότι δεν μετανάστευσαν το γνωρίζουμε. Φραγμός θανάτου ήταν τα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα. Εκείνο που δεν γνωρίζουμε είναι πόσοι χάθηκαν στην 45χρονη τυραννία.
Όταν, όμως, ο αριθμός των γεννήσεων στην Αλβανία αυξάνει σε ετήσια βάση (κάθε οικογένεια έχει τέσσερα – πέντε και περισσότερα παιδιά), είναι αδιανόητο να συμπεράνουμε ότι ο αλβανικός πληθυσμός έχει αλματώδη αύξηση, ενώ, αντίθετα, ο ελληνικός (μειονοτικός) πληθυσμός παρέμεινε στάσιμος ή μειώθηκε.
Βέβαια, γεγονός είναι ότι το ελληνικό στοιχείο, καθόλη τη διάρκεια της δικτατορίας, μειωνόταν μετά από εξορίες, φυλακίσεις, θανάτους. Παρατηρήθηκε ακόμη μείωση τεχνητή μετά τη βίαιη επιβολή της αθεΐας, τους μικτούς γάμους, την αλλαγή των ονομάτων και με άλλους τρόπους που είχε μεθοδεύσει το καθεστώς. Εάν, όμως, η πληθυσμιακή μείωση των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου έφτασε τις 60.000, κατά τους ισχυρισμούς των Αλβανών, τότε δεν πρόκειται για φυσιολογική ελάττωση αλλά για πραγματική γενοκτονία.
Διαφορετικά όμως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία. Το 1986 δημοσιεύτηκαν στοιχεία του KESTON COLLEGE, σύμφωνα με τα οποία το 19% του πληθυσμού της Αλβανίας το 1945 το αποτελούσαν ορθόδοξοι Έλληνες. Τότε η Αλβανία είχε πληθυσμό περίπου 2,5 εκατομμύρια. Σύμφωνα με την παραπάνω αγγλική πηγή οι ελληνικοί πληθυσμοί ξεπερνούσαν τις 400.000 (τετρακόσιες χιλιάδες).
Να γράψουμε ακόμη παρενθετικά ότι το 1940 στη Βόρειο Ήπειρο, σύμφωνα με τον Ιταλό Τζιοβάνι Βιρτζίλι, τα ελληνικά σχολεία έφταναν τα 373, όσες και οι κοινότητες και οι εκκλησίες (εφημ. Καθημερινή 25-12-1990).
ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ