Σελίδες

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

31 Δεκεμβρίου 1999: Έφυγε από τη ζωή ο εθνομάρτυρας Παναγιώτης Μάρτος

Από το ημερολόγιο του Παναγιώτη ΜάρτουΑπό το ημερολόγιο του Παναγιώτη Μάρτου


Πέρασαν 14 χρόνια, από την 31η Δεκεμβρίου 1999, την ημέρα που ο Παναγιώτης Μάρτος, πέρασε στην αθανασία.  Έφυγε ο άνθρωπος που αγωνίστηκε για δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα, ο άνθρωπος που δε λύγισε μπροστά στα απάνθρωπα βασανιστήρια στα σκοτεινά κελιά των φυλακών, ο άνθρωπος που κράτησε ανδρεία στάση στο εδώλιο του κατηγορημένου στην περίφημη δίκη παρωδία των Πέντε της Ομόνοιας και έδειξε ανοιχτά σε όλους τα βασανιστήρια που υπέστη.

Έφυγε αλλά άφησε πίσω του το όνομά του. Ένα όνομα που θα μνημονεύεται πάντα γιατί το όνομά του μπήκε, θέλουμε δε θέλουμε, στην ιστορία του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Άφησε πίσω και το «Ημερολόγιο της Κόλασης», απόσπασμα από το οποίο παραθέτουμε:

…Αργά τα μεσάνυχτα άνοιξε η πόρτα και με έβγαλαν από το κελί μπουντρούμι. Έτριψα τα μάτια και ήμουν σαν μεθυσμένος. Με συνόδεψε ένας ντυμένος με μια μπλούζα και πανταλόνι μπλουτζίν και δυο αστυνομικοί με το αυτόματο στο χέρι έτοιμοι να πυροβολήσουν. Ανεβήκαμε στο δεύτερον όροφο, σ’ εκείνο το δωμάτιο που συνέχιζαν οι ανακρίσεις. Στο τραπέζι διάκρινα το Μπλερίμ και το Ρολάντ και στην κορυφή του τραπεζιού σε σχήμα «Τ» καθόντουσαν ένα τύπος  ψηλός και ξερακιανός. Όπως φαίνεται ήταν ο προϊστάμενος. Μόλις με είδε έδωσε διαταγή στο Μπλερίμ: «Θα πάτε επάνω και ο κατηγορούμενος να υπογράψει όλες τις καταθέσεις του. Τις θέλω απόψε οπωσδήποτε». Αυτά είπε και έκανε νεύμα να με πάρουν.


«Εγώ κύριε δεν υπογράφω εάν δεν διαβάσω το τι έχουν γράψει…»
«Θα υπογράψεις και χορεύοντας τις μέχρι σήμερα ανακρίσεις. Αύριο έχουμε άλλη δουλειά. Μην μας κάνεις το σκληρό καρύδι γιατί δεν θα βγεις ζωντανός από δω μέσα. Θα σε φάνε τα φίδια και τα ποντίκια, θα σε χώσω ζωντανό στο νεκροτομείο και μετά θα σε πετάξω με τα χέρια μου σε κανένα κανάλι, ποτάμι ή λάκκο, χωρίς όνομα και μνήμα».
«Εγώ χωρίς δικηγόρο, σας το έχω πει, δεν υπογράφω».
«Αυτό θα το δούμε. Πάρτε τον και συμμορφώστε τον».

Με πήραν και αντί να με πηγαίνουν στον άλλο όροφο με ξαναπήγαν στο κελί σκοτάδι. Δεν κατάλαβα γιατί έγινε αυτό. Άκουσα τον ξερόβηχα του Βεζιάνη και μια ανταπάντηση από το κελί του Ηρακλή, που το μάτι του, από μια χαράδρα του κελιού του, έκανε έλεγχο όλο το διάδρομο. Μου φέρανε για φαγητό. Το ξαναγύρισα λέγοντάς τους ότι δεν θέλω να φάγω. Αποφάσισα να μην βάλω τίποτε στο στόμα.
«Συνεχίζεις την απεργία πείνας;» μου είπε ο προϊστάμενος της ΣΙΚ
«Ναι και θα συνεχίσω μέχρι να μου φέρετε το δικηγόρο μου».

Η φωνή του πατέρα μου, οι τακτικές ανακρίσεις το μπουντρούμι, η νυχτερινή γυμναστική, οι απειλές, η Επισκοπή… τί θέλανε να σκαρώσουν και να μοντάρουν αυτοί οι κύριοι; Θέλανε με το έτσι θέλω να μας ενοχοποιήσουν και να μας μπάσουν στα καλά στα βαθιά.
Αφού πέρασαν 72 ώρες, ασφαλώς και θα μας κρατήσουν και θα μας δικάσουν. Θυμήθηκα ξανά τον πατέρα μου, τις συμβουλές του: «Εδώ σε τούτον τόπο ο Θεός να σε φυλάει από το άδικο». Μαζεύτηκα στο τέλος του κρεβατιού. Μπροστά μου περνούσαν εικόνες, τα γεγονότα και η ζωή μου, οι ερωτήσεις του ανακριτή και οι δικές μου απαντήσεις. Δεν έβλεπα τίποτε το ενοχοποιητικό. Αλλά δεν γνώριζα τι έγραφε αυτός. Πήρα απόφαση να μην υπογράψω τίποτε εάν δεν τα διαβάσω και δεν έρθει ο δικηγόρος μου. Γνώριζα ότι στις ατομικές συναντήσεις ήμουν μόνος μου και δεν υπήρχε κανένα  στοιχείο, ενώ για συναντήσεις όπου ήταν και άλλοι ποτέ δεν είχα ξεπεράσει τα όρια, ήμουν πάντα μετρημένος…

…Μπροστά μου εμφανίζονταν ο Μακαριότατος με το χαμόγελο στην πρώτη παρουσία του στο Δέλβινο τον Αύγουστο 1991, την δοξολογία στον πλάτανο της Λάκκας, την ευχή και το κουράγιο που μου έδωσε, τη συνομιλία που είχα μαζί του και πίσω μου ο δαίμονας καθηγητής λογοτεχνίας στο Δέλβινο, ο πραγματικός χαμαιλέοντας, που είχε περάσει με το καθήκον του γραμματέα της Μητρόπολης. Αυτό το ανθρωπόμορφο τέρας που για δεκάδες χρόνια αρχιπράκτορας της Σιγκουρίμι τώρα ξαφνικά βρέθηκε γραμματέας... Ο Μακαριότατος ενημερώθηκε γι’ αυτό το πρόσωπο. Το άγιο του χέρι ευλόγησε ξανά τα θεμέλια της νέας εκκλησίας. Δεν μπορεί να ξεχάσει κανένας μας τη σοφία του και το λόγο για την εκκλησία. «Όταν φωλιάσει η κότα, θα πέσει κλώσα. Πρέπει να φωλιάσει ένα δυο τρία αυγά και ύστερα αυξάνουν, θα γεννήσουν κι άλλες κότες. Πρέπει εσείς ν’ αρχίσετε και μετά ο Θεός θα βάλει το χέρι του και η εκκλησία θα τελειώσει».

Μου χαμογέλασε και μου είπε: «Παιδί μου έχω καιρό που σε περίμενα. Είχες και θα έχεις την ευχή μου». Εγώ φιλούσα το χέρι του και απορροφούσα την κάθε του λέξη με τα μάτια και τα αφτιά καρφωμένα στο στόμα του και στο βλέμμα του.
«Γιατί, Μακαριότατε, ποια είναι η απορία; Που σήμερα έρχομαι για πρώτη φορά;»
«Όχι παιδί μου, θα σου εξηγήσω. Και η γεροντική φωνή του τρύπωσε και άγγιζε κάθε ρανίδα της ψυχής και της καρδιά μου. Τελευταία μου έχει έρθει εδώ μερικές φορές ένας άλλος Παναγιώτης Μάρτος. Μου έδειξε και την ταυτότητά του από το Κακοδίκι. Παρουσιάστηκε και σαν πρόεδρος του Δελβίνου, μίλησε για τα προβλήματα του Δελβίνου, μίλησε και για το άρρωστο παιδί του».
Εγώ γέλασα και για να έδινα λίγο χιούμορ στη συνομιλία του είπα:
«Αντίτυπα μπορεί και υπάρχουν πολλά. Είμαστε πέντε Παναγιώτης Μάρτος από το Κακοδίκι, εγώ είμαι το πρωτότυπο. Αυτός που ήρθε κατοικεί στους Αγ. Σαράντα και οι άλλοι τρεις στο Δυρράχιο και Τίρανα».
«Μου κάνει εντύπωση, παιδί μου με τούτους τους ανθρώπους…»
«Τίποτε δεν πρέπει να σας εντυπωσιάσει, Μακαριότατε», είπε τότε ο Νίκος (Κατσαλίδας) με το συνηθισμένο χαμόγελο και τα μεγάλα μαύρα μάτια.
«Δεν εντυπωσιάζομαι Μακαριότατε με τέτοια πουλημένα τομάρια, του είπα. Εσείς πρέπει να είστε προσεκτικός γιατί εδώ  και στα Γιάννινα μπαίνουν και βγαίνουν  η σάρα και η μάρα . Η νοοτροπία της δικτατορίας δεν αλλάζει».

Αυτή η συνομιλία  διήρκησε σχεδόν μια ώρα. Το ενδιαφέρον του για όλα. Ο τρόπος μου  μιλούσε είναι καταγραμμένος στα βάθη της ψυχής και του μυαλού μου, μαζί με το χαμόγελο και την αδελφική ή πιο καλύτερα την γκαρδιακή εμπιστοσύνη και αλληλοσεβασμό με το Νίκο Κατσαλίδα τον πιστό μου φίλο που εγώ είμαι ο πρώτος που γράφω γι αυτήν,  την ήξερε μόνον ο  Θεός.

Η εκτίμηση του Μητροπολίτη Σεβαστιανού για μένα ήταν μεγάλη μ’ όλο που εγώ μ’ αυτόν έχω συναντηθεί μόνον δυο φορές. Οι αιτίες ήταν πολλές και βάσιμες. Αυτός ήταν ενημερωμένος από πολλούς για τη σωστή λειτουργία και αγώνα μας στο Δέλβινο, ιδιαίτερα από τους μαθητές που είχε το σχολείο της Κόνιτσας κι  από άλλους επισκέπτες.
Ενώ για το αντίτυπό μου ήταν πραγματικά ο Παναγιώτης  Μάρτος, συγχωριανός μου με την ίδια ηλικία, διαφορά μόνον ενός έτους, αλλά οικονομολόγος που φυλακίστηκε επειδή ήταν σε μια ομάδα που έχουν φάει εκατομμύρια λεκ, έμπιστος και πράκτορας της Σιγκουρίμι και στη ζωή και μέσα στο στη φυλακή του Αγίου Βασίλη τον μεταχειρίζονταν  σαν ποντικό των φυλακών. Αυτούς και τέτοιους ανθρώπους τους μεταχειρίστηκε μετά το ΣΙΚ για τους διαβολικούς σκοπούς του, ακόμη πολλοί απ’ αυτούς εκτελούν αυτά τα καθήκοντα και σήμερα εντός και εκτός χώρας. Αυτός βρίσκεται στην Ελλάδα όπως πολλοί τέτοιοι…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια τα οποία προσβάλουν και θίγουν πρόσωπα θα διαγράφονται.
Ανώνυμα μηνύματα που θα θίγουν επώνυμα άτομα θα διαγράφονται.
Σας προσκαλούμαι σε έναν διάλογο απόψεων και θέσεων για ένα καλύτερο μέλλων της ιδιαίτερης πατρίδος μας.