Ν. Μαγγιοράκος,
Το ξεκίνημα της Νίκης,
εκδ. Κ. Γαρουφαλή & Σία, Αθήνα 1946
Κυριακή (8 Δεκεμβρίου 1940. Δούβιανη, Αργυρόκαστρο)
Το πρωί στις 8 φεύγουμε, ενώ με κόπο προσπαθούμε να κρατήσουμε τα μάτια μας ανοιχτά.
Μετά 5 χιλιόμετρα μπαίνουμε στο χωριό Γοραντζή, χωριό ελληνικότατο, όπως και τ’ άλλα που περάσαμε, με γλώσσα ελληνική και εκκλησίες ορθόδοξες, με ήθη και έθιμα που νομίζει κανείς πως βρίσκεται σ’ ένα χωριό της Πελοποννήσου. Σπίτια όμορφα και παστρικά. Κάτοικοι φιλόξενοι και γεμάτοι ενθουσιασμό.
Η νύστα μας έφυγε και τώρα στρατιώτες και πολίτες αδελφωμένοι κι ενθουσιασμένοι τραγουδάμε τραγούδια πατριωτικά. Δεν ξέρουν πώς να εκδηλώσουν τη χαρά τους βλέποντας ελληνικό στρατό. Μας φωνάζουν ότι μας ευγνωμονούν, γιατί τους χαρίσαμε τη λευτεριά. Μας φέρνουν ψωμί, τυρί, κρασί και πολλοί θέλουν να έρθουν μαζί μας. Αισθανόμαστε ζωηρή συγκίνηση, από αυτές τις εκδηλώσεις. Στο χωριό αυτό αντικαθιστούμε το 6ο Σύνταγμα της Κορίνθου. Τέλειωσαν πια τα ψέμματα. Απ’ εδώ και μπρος παραλαμβάνουμε Τομέα. Μπαίνουμε επίσημα στον αγώνα.
Ξεκινάμε μέσα σε μια αποθέωση από τραγούδια, ευχές και ζητωκραυγές.
Σύμφωνα με τις διαταγές που πήραμε, διαθέτω τη μία μου ομάδα στον 5ο Λόχο, κι εγώ με την άλλη ακολουθώ τον 7ο, που κατέχει το δεξιόν του 2ου Τάγματος. Ο 7ος Λόχος βρίσκεται στο πρώτο κλιμάκιο και κατέχει την δεξιά πτέρυγα, που είναι και η σπουδαιότερη, γιατί είναι ακάλυπτη.
Το ξεκίνημα της Νίκης,
εκδ. Κ. Γαρουφαλή & Σία, Αθήνα 1946
Κυριακή (8 Δεκεμβρίου 1940. Δούβιανη, Αργυρόκαστρο)
Το πρωί στις 8 φεύγουμε, ενώ με κόπο προσπαθούμε να κρατήσουμε τα μάτια μας ανοιχτά.
Μετά 5 χιλιόμετρα μπαίνουμε στο χωριό Γοραντζή, χωριό ελληνικότατο, όπως και τ’ άλλα που περάσαμε, με γλώσσα ελληνική και εκκλησίες ορθόδοξες, με ήθη και έθιμα που νομίζει κανείς πως βρίσκεται σ’ ένα χωριό της Πελοποννήσου. Σπίτια όμορφα και παστρικά. Κάτοικοι φιλόξενοι και γεμάτοι ενθουσιασμό.
Η νύστα μας έφυγε και τώρα στρατιώτες και πολίτες αδελφωμένοι κι ενθουσιασμένοι τραγουδάμε τραγούδια πατριωτικά. Δεν ξέρουν πώς να εκδηλώσουν τη χαρά τους βλέποντας ελληνικό στρατό. Μας φωνάζουν ότι μας ευγνωμονούν, γιατί τους χαρίσαμε τη λευτεριά. Μας φέρνουν ψωμί, τυρί, κρασί και πολλοί θέλουν να έρθουν μαζί μας. Αισθανόμαστε ζωηρή συγκίνηση, από αυτές τις εκδηλώσεις. Στο χωριό αυτό αντικαθιστούμε το 6ο Σύνταγμα της Κορίνθου. Τέλειωσαν πια τα ψέμματα. Απ’ εδώ και μπρος παραλαμβάνουμε Τομέα. Μπαίνουμε επίσημα στον αγώνα.
Ξεκινάμε μέσα σε μια αποθέωση από τραγούδια, ευχές και ζητωκραυγές.
Σύμφωνα με τις διαταγές που πήραμε, διαθέτω τη μία μου ομάδα στον 5ο Λόχο, κι εγώ με την άλλη ακολουθώ τον 7ο, που κατέχει το δεξιόν του 2ου Τάγματος. Ο 7ος Λόχος βρίσκεται στο πρώτο κλιμάκιο και κατέχει την δεξιά πτέρυγα, που είναι και η σπουδαιότερη, γιατί είναι ακάλυπτη.
Δεξιά μας δηλαδή απλώνεται η πεδιάδα του Αργυροκάστρου, την οποία διασχίζει ο ποταμός Δρίνος και μέσα σ’ αυτή την πεδιάδα δεν κινείται κανένα δικό μας τμήμα.
Έτσι κλιμακωμένοι βαδίζουμε προσεκτικά. Μαζί με το Λοχαγό Χριστόπουλο πηγαίνουμε μπροστά. Με αυτή τη διάταξη φθάνουμε κοντά στο χωριό Δερβιτσάνη, που απέχει 2 ώρες περίπου από το Αργυρόκαστρο. Οι κάτοικοι βγαίνουν και μας υποδέχονται με σημαίες Ελληνικές. Με δάκρυα στα μάτια μας χαιρετούν και μας πληροφορούν πως ο εχθρός μόλις χθες άφησε το χωριό.
Δεν καθυστερούμε ούτε στιγμή. Με τον ίδιο σχηματισμό βαδίζουμε ολοταχώς προς το Αργυρόκαστρο. Σε δύο ώρες βρισκόμαστε στην παρυφή. Αφήνουμε το Λόχο και μαζί με το Λοχαγό και με μερικούς στρατιώτες, προχωρούμε στο κέντρον του Αργυροκάστρου. Είμαστε συγκινημένοι υπερβολικά. Ξέραμε ότι πριν λίγες ώρες μπήκε στην πόλη το 42ο Σύνταγμα. Εμείς έχουμε την τιμή ότι μπαίνουμε πρώτοι από ολόκληρη την 4η Μεραρχία.
Το τι γίνεται δεν περιγράφεται. Αξιωματικοί, στρατιώτες και λαός πανηγυρίζουν. Όλα τα κέντρα είναι γεμάτα. Τραγούδια, χορός κι ενθουσιασμός από την μια άκρην ως την άλλη. Μπαίνουμε σε κάποιο από αυτά τα κέντρα και μας σηκώνουν στα χέρια. Θέλοντας και μη πίνουμε ποτά που μας προσφέρουν. Σύντομες προσφωνήσεις και αντιφωνήσεις επακολουθούν, αλλά ύστερα φεύγουμε με τρόπο, γιατί εμείς ήρθαμε όχι για διασκέδαση μα για δουλειά.
Πρέπει να βρούμε οπωσδήποτε τον Φρούραρχο. Αυτός θα μας διευκολύνει να βρούμε οικήματα για τους άνδρες του Τάγματος, που περιμένουν έξω από την πόλη. Σ’ ένα κέντρο βρίσκουμε το πρόσωπο που ζητάμε.
Νέα κεράσματα, νέοι λόγοι. Το ραδιόφωνο μεταδίδει, σε διάφορες γλώσσες την πτώση του Αργυροκάστρου κι εμείς δίπλα στο μαγικό κουτί, μέσα στο Αργυρόκαστρο, πίνουμε το τελευταίο, γι’ απόψε ποτό, στην υγεία του Ελληνικού Στρατού.
Ο Φρούραρχος μας διευκολύνει αμέσως και ειδοποιείται ο Λόχος με σύνδεσμο να προχωρήσει.
Σε κάμποση ώρα συντεταγμένος κανονικά διασχίζει τους δρόμους του Αργυροκάστρου, που είναι σκεπασμένοι με πλάκες οι οποίες αντηχούν κάτω από τα καρφιά των αρβυλών μας.
Διασχίζοντας την πόλη παρατηρώ πως το Αργυρόκαστρο είναι αρκετά μεγάλο. Το κάστρο του, τα μεγάλα ξενοδοχεία του, τα Δημόσια Καταστήματά του και τα καλοχτισμένα σπίτια του, είναι εκείνα που μπορεί να συγκρατήσει κανείς στο μισοσκόταδο.
Βγαίνουμε στην αντίθετη άκρη, προχωρούμε μισή ώρα ακόμη και φθάνουμε στους «πρώην» Ιταλικούς στρατώνες.Τα έργα που έχουν μισοφτιάξει οι Ιταλοί είναι τεράστια. Ολόκληρη πολιτεία για πολλές χιλιάδες στρατιώτες. Στρατώνες ευρύχωροι. Αποθήκες μοναδικές, φυλάκια, υδραγωγείο, μισοτελειωμένα πάρκα, σπίτια για τους αξιωματικούς κ.λ.π.
Μια από τις τεράστιες αυτές αποθήκες μας φιλοξενεί για τις υπόλοιπες ώρες της νύχτας. Αρκετά πια ξενυχτήσαμε.
Έτσι κλιμακωμένοι βαδίζουμε προσεκτικά. Μαζί με το Λοχαγό Χριστόπουλο πηγαίνουμε μπροστά. Με αυτή τη διάταξη φθάνουμε κοντά στο χωριό Δερβιτσάνη, που απέχει 2 ώρες περίπου από το Αργυρόκαστρο. Οι κάτοικοι βγαίνουν και μας υποδέχονται με σημαίες Ελληνικές. Με δάκρυα στα μάτια μας χαιρετούν και μας πληροφορούν πως ο εχθρός μόλις χθες άφησε το χωριό.
Δεν καθυστερούμε ούτε στιγμή. Με τον ίδιο σχηματισμό βαδίζουμε ολοταχώς προς το Αργυρόκαστρο. Σε δύο ώρες βρισκόμαστε στην παρυφή. Αφήνουμε το Λόχο και μαζί με το Λοχαγό και με μερικούς στρατιώτες, προχωρούμε στο κέντρον του Αργυροκάστρου. Είμαστε συγκινημένοι υπερβολικά. Ξέραμε ότι πριν λίγες ώρες μπήκε στην πόλη το 42ο Σύνταγμα. Εμείς έχουμε την τιμή ότι μπαίνουμε πρώτοι από ολόκληρη την 4η Μεραρχία.
Το τι γίνεται δεν περιγράφεται. Αξιωματικοί, στρατιώτες και λαός πανηγυρίζουν. Όλα τα κέντρα είναι γεμάτα. Τραγούδια, χορός κι ενθουσιασμός από την μια άκρην ως την άλλη. Μπαίνουμε σε κάποιο από αυτά τα κέντρα και μας σηκώνουν στα χέρια. Θέλοντας και μη πίνουμε ποτά που μας προσφέρουν. Σύντομες προσφωνήσεις και αντιφωνήσεις επακολουθούν, αλλά ύστερα φεύγουμε με τρόπο, γιατί εμείς ήρθαμε όχι για διασκέδαση μα για δουλειά.
Πρέπει να βρούμε οπωσδήποτε τον Φρούραρχο. Αυτός θα μας διευκολύνει να βρούμε οικήματα για τους άνδρες του Τάγματος, που περιμένουν έξω από την πόλη. Σ’ ένα κέντρο βρίσκουμε το πρόσωπο που ζητάμε.
Νέα κεράσματα, νέοι λόγοι. Το ραδιόφωνο μεταδίδει, σε διάφορες γλώσσες την πτώση του Αργυροκάστρου κι εμείς δίπλα στο μαγικό κουτί, μέσα στο Αργυρόκαστρο, πίνουμε το τελευταίο, γι’ απόψε ποτό, στην υγεία του Ελληνικού Στρατού.
Ο Φρούραρχος μας διευκολύνει αμέσως και ειδοποιείται ο Λόχος με σύνδεσμο να προχωρήσει.
Σε κάμποση ώρα συντεταγμένος κανονικά διασχίζει τους δρόμους του Αργυροκάστρου, που είναι σκεπασμένοι με πλάκες οι οποίες αντηχούν κάτω από τα καρφιά των αρβυλών μας.
Διασχίζοντας την πόλη παρατηρώ πως το Αργυρόκαστρο είναι αρκετά μεγάλο. Το κάστρο του, τα μεγάλα ξενοδοχεία του, τα Δημόσια Καταστήματά του και τα καλοχτισμένα σπίτια του, είναι εκείνα που μπορεί να συγκρατήσει κανείς στο μισοσκόταδο.
Βγαίνουμε στην αντίθετη άκρη, προχωρούμε μισή ώρα ακόμη και φθάνουμε στους «πρώην» Ιταλικούς στρατώνες.Τα έργα που έχουν μισοφτιάξει οι Ιταλοί είναι τεράστια. Ολόκληρη πολιτεία για πολλές χιλιάδες στρατιώτες. Στρατώνες ευρύχωροι. Αποθήκες μοναδικές, φυλάκια, υδραγωγείο, μισοτελειωμένα πάρκα, σπίτια για τους αξιωματικούς κ.λ.π.
Μια από τις τεράστιες αυτές αποθήκες μας φιλοξενεί για τις υπόλοιπες ώρες της νύχτας. Αρκετά πια ξενυχτήσαμε.
Η Απελευθέρωση του Αργυροκάστρου όπως καταγράφεται μέσα από τον Αθηναϊκό Τύπο της εποχής
«Καθημερινή» (9 Δεκεμβρίου 1940): «Τα ελληνικά στρατεύματα, μετά νικηφόρους αγώνας, εισήλθον χθες εις το Αργυρόκαστρον. Νίκη!..».
«Ακρόπολις» (9 Δεκεμβρίου 1940): «Τα ελληνικά στρατεύματα απελευθέρωσαν χθες και το Αργυρόκαστρον. Το χαρμόσυνον άγγελμα μετεδόθη εις ολόκληρον την Ελλάδα διά κωδωνοκρουσιών. Πρωτοφανείς εκδηλώσεις ενθουσιασμού».
«Αθηναϊκά Νέα» (9 Δεκεμβρίου 1940): «Η κατάληψις του Αργυροκάστρου. Σήμερον θα τελεσθεί εκεί δοξολογία. Θα χοροστατήσει ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων. Οι Ιταλοί υποχωρούν εις ολόκληρον το μέτωπον».
«Νέα Ελλάς» (9 Δεκεμβρίου 1940): «Το Αργυρόκαστρον κατελήφθη. Ο στρατός μας εισήλθεν την μεσημβρίαν. Με παραλήρημα ενθουσιασμού υψώθη η κυανόλευκος. Ολόκληρος η πόλις παρουσιάζει πανηγυρικήν όψιν. Τεραστία η σημασία της Νέας Μεγάλης Νίκης.
«Ασύρματος» (9 Δεκεμβρίου 1940): «Το Αργυρόκαστρον πλέει εις το γαλανόλευκον. Η ορμή του στρατού μας συνέτριψε τους επιλέκτους της ιταλικής μονάδας. Διά μέσου υψηλών ορέων τα ελληνικά στρατεύματα συνεχίζουν την προέλασίν των».
O Παύλος Παλαιολόγος έστειλε από το Αργυρόκαστρο (9 Δεκεμβρίου 1940) στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» την παρακάτω ανταπόκριση (μεταφέρουμε αποσπάσματά της). Η ανταπόκριση δημοσιεύτηκε την επομένη (10 Δεκεμβρίου 1940):
«Αργυρόκαστρον, 9 Δεκεμβρίου. Από το ελεύθερον Αργυρόκαστρον, του οποίου αξιώθηκα να πατήσω το χώμα, σας στείλω με τα μάτια γεμάτα δάκρυα πατριωτικής χαράς θερμόν χαιρετισμόν. Δεν ζη κανείς στη ζωή του συγκινήσεις όπως αυτήν που δοκίμασα από το πρωί σήμερα, πρώτην ημέραν που κατέστη δυνατή η μετάβασις εις την απελευθερωθείσαν πόλιν.
Η διαδρομή από Ιωάννινα εις Αργυρόκαστρον υπήρξε περιπετειώδης και υπό πυκνήν και αδιάκοπον βροχήν επί ενός δρόμου λασπώδους. Διασχίζομεν τα πεδία των μαχών εις την μεθόριον της Κακαβιάς… Τα χωρία και αι κωμοπόλεις εκατέρωθεν της οδού, με ελληνικόν πληθυσμόν. Μετά τετράωρον περιπετειώδη διαδρομήν, ευρισκόμεθα την 10ην πρωινήν εις τα πρόθυρα της πόλεως… Ελισσόμενοι ανά τους λιθοστρώτους ανηφορικούς δρόμους ανερχόμεθα εκ την γραφικήν πόλιν…
Ο Μητροπολίτης Αργυροκάστρου Παντελεήμων, αναμένων εις την εξώθυραν κατασπάζεται τον Μητροπολίτην Ιωαννίνων.
Εις την αίθουσαν όπου οδηγούμεθα, ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων κάθεται εις το γραφείον οπόθεν το 1914 εκήρυξε την ένωσιν της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα και αδυνατών να συγκρατηθεί ρίπτει την κεφαλήν επί του γραφείου. Όλοι κλαίμε. Ο Μητροπολίτης Αργυροκάστρου πρώτος λύει την σιωπήν. «Έφυγε η αγωνία και ο φόβος – λέγει – και ήλθε η χαρά… Οι συγκεντρωθέντες εις την αίθουσαν δακρύοντες ευλογούν τον Θεόν και ζητωκραυγάζουν υπέρ της Ελλάδος.
Νέοι με κυανολεύκους ταινίας εις το στήθος απευθυνόμενοι προς τους εκπροσώπους του στρατού λέγουν: «Τώρα που ήρθατε θα ριζώσετε».
Εις τα παράθυρα των οικιών κυματίζει η κυανόλευκος… Τα στρατεύματά μας διερχόμενα διά της πόλεως προς συνέχισιν της προελάσεώς των χαιρετίζονται ενθουσιωδώς υπό του ελληνικού στοιχείου, το οποίον πανηγυρίζει το εθνικόν Πάσχα του…».
(απόσπασμα από άρθρο του Νίκου Υφαντή στον Πρωινό Λογο)
από το ιστολόγιο toorama.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια τα οποία προσβάλουν και θίγουν πρόσωπα θα διαγράφονται.
Ανώνυμα μηνύματα που θα θίγουν επώνυμα άτομα θα διαγράφονται.
Σας προσκαλούμαι σε έναν διάλογο απόψεων και θέσεων για ένα καλύτερο μέλλων της ιδιαίτερης πατρίδος μας.