Σελίδες

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

Πως υποδέχθηκαν οι φυλακισμένοι της Ομόνοιας το 1994 την είδηση της κοίμησης του Μητροπολίτη Σεβαστιανού

Ο Μακαριστός Σεβαστιανός στις σελίδες του βιβλίου «Ταλαιπωρημένοι μα αγέρωχοι» του Βαγγέλη Παπαχρήστου
από το βιβλίο «Ταλαιπωρημένοι μα αγέρωχοι» 
του Βαγγέλη Παπαχρήστου

Το δυσάρεστο μαντάτο                                        

Ήταν η δεύτερη φορά, στο διάστημα των πέντε μηνών, που τους βγάλανε για αερισμό. Η έξοδος γίνεται στο πίσω μέρος του προαύλιου χώρου. Εκεί μικρά τσιμεντένια δωμάτια, χωρίς πόρτες, κολλητά το ένα με τ’ άλλο, περιτριγυρίζουν  τον  χώρο.  Στις δυο άκρες των φυλακών, έξω από τα αγκαθωτά συρματοπλέγματα, σε ψηλά οχυρά, στέκονται, μέρα νύχτα, οπλισμένοι στρατιώτες με πολυβόλα. 
 Ο Βλάσης στον προαύλιο χώρο μπόρεσε να δει πολλά πρόσωπα. Της δικής του πτέρυγας. Η κάθε πτέρυγα έχει το δικό της ωράριο. Τύποι διαφόρων ηλικιών, λευκοί, μελαχρινοί, ψηλοί, κοντοί, μελαψοί…
Ήταν κοντά με το κελί του Θοδωρή, εκείνη τη φορά. Κάθισαν στην άκρη  της πόρτας, σχεδόν κοντά ο ένας με τον άλλο. Δόθηκε η απόφαση του Εφετείου και περίμεναν την απόφαση του Ακυρωτικού. Μιλούσαν σιγά, για να μην γίνουν αντιληπτοί από τους δεσμοφύλακες.

-Πώς είσαι με την υγεία; άρχισε ο Θοδωρής, που δεν έχανε ποτέ το κουράγιο και την ελπίδα.
-Έχω πολλές φορές ανησυχίες. Δεν θα την αποφύγω την χειρουργική επέμβαση.
-Μην φοβάσαι και μην απελπίζεσαι, όλα καλά θα πάνε.
Έμειναν για λίγο άφωνοι.
-Δεν ξέρω αν το ’μαθες, είπε ο Θοδωρής.
-Περί τίνος πρόκειται;
-Πέθανε ο Σεβαστιανός.
Σπαρτάρισε η καρδιά του Βλάση.
-Πότε; Πώς;
-Χθες ήρθε η Ντίνα και μου είπε ότι ήταν και στην κηδεία του. Μια κηδεία μεγαλοπρεπής.
-Ο Θεός να τον αναπαύσει, του είπε ο Βλάσης και βυθίστηκε στις σκέψεις.

Τον είχε γνωρίσει καλά τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη που ζούσε απλά, χωρίς μεγάλες ανέσεις. Χωρίς φανφάρες και επισημότητες.  Είχε συνηθίσει με την αγγελική του εικόνα και την τρυφερή του καρδιά. Με την πονεμένη ψυχή του, για τα βάσανα και την τύχη  των  συμπατριωτών του και την ζεστασιά που ένιωθε ο καθένας  σαν  βρισκότανε πλάι του. Μα πάνω απ’ όλα είχε συνηθίσει  με τους τιτάνιους αγώνες του,  μην αφήνοντας σε χλωρό κλαρί κανέναν, όσο ψηλά κι αν στεκόταν, όσο  ακουστό κι αν ήταν το όνομά του. Να που τώρα ταξίδεψε στην αιωνιότητα. Πήγε κοντά στους Αγγέλους, γιατί ένας άγγελος ήταν κι αυτός.
Εκείνη την ημέρα δε γευμάτισε ο Βλάσης. Δεν του περνούσε μπουκιά. Ξάπλωσε στο αχυρένιο του στρώμα και  έκλεισε τα μάτια. Δεν ήθελε να τον ανησυχήσει κανένας.

από sfeva.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια τα οποία προσβάλουν και θίγουν πρόσωπα θα διαγράφονται.
Ανώνυμα μηνύματα που θα θίγουν επώνυμα άτομα θα διαγράφονται.
Σας προσκαλούμαι σε έναν διάλογο απόψεων και θέσεων για ένα καλύτερο μέλλων της ιδιαίτερης πατρίδος μας.