* Τα νεανικά του χρόνια ο Θαρύπας τα πέρασε στην Αθήνα μελετώντας τη ζωή και το πολίτευμά της, όπως το είχε διαμορφώσει η παρουσία του μεγαλύτερου πολιτικού της Αρχαιότητας Περικλή. Πάνω στις αρχές αυτές προσπάθησε να διαμορφώσει το πολίτευμα των Μολοσσών.
Από την ιστορία γνωρίζουμε ότι το 471 π.Χ. βασιλιάς των Μολοσσών ήταν ο Άδμητος. Ήταν τότε που ο Θεμιστοκλής, ο ηγέτης των Αθηνών, ο οποίος με τη στρατηγική και πολιτική ιδιοφυΐα του κατόρθωσε να νικήσει και να καταστρέψει τον περσικό στόλο, σώζοντας την Ελλάδα από την υποδούλωση, κατέφυγε στην Ήπειρο ως ικέτης κυνηγημένος από τους αντιπάλους του!.. Ήρθε στην πρωτεύουσα της Ηπείρου Πασσαρώνα, που βρισκόταν στην σημερινή περιοχή Γαρδίκι – Ροδοτόπι. Ο Άδμητος τον δέχτηκε και τον βοήθησε να φύγει ασφαλής, για να μην τον συλλάβουν οι διώκτες του.
Ο Πλούταρχος στον βίο «Θεμιστοκλής» κεφ. 24 γράφει: «Ο Θεμιστοκλής σκέφτηκε να καταφύγει στον Άδμητο, το βασιλιά των Μολοσσών. Αυτός άλλοτε είχε ζητήσει κάτι από τους Αθηναίους και ο Θεμιστοκλής του το αρνήθηκε περιφρονητικά, όταν βρισκόταν στην ακμή της πολιτικής του δύναμης. Γι’ αυτό ο Άδμητος ήταν πάντοτε οργισμένος εναντίον του και ήταν φανερό πως αν τον έπιανε, θα έπαιρνε εκδίκηση. Αλλά στη δύσκολη θέση που έτυχε να βρεθεί τότε ο Θεμιστοκλής, φοβήθηκε περισσότερο τον πρόσφατο φθόνο των συμπατριωτών του παρά την παλιά οργή του ξένου βασιλιά και παραδόθηκε στο έλεός του.
Έγινε ικέτης του, αλλά με έναν τρόπο ξεχωριστό και ασυνήθιστο. Κρατώντας στην αγκαλιά του το γιο του Άδμητου, που ήταν μικρό παιδί, γονάτισε μπροστά στην εστία.
Και αυτό το θεωρούν οι Μολοσσοί σαν την πιο μεγάλη ικεσία που δεν μπορεί κανείς να την αρνηθεί. Μερικοί λένε πως η Φθία, η γυναίκα του βασιλιά (Άδμητου), υπόδειξε στο Θεμιστοκλή αυτόν τον τρόπο της ικεσίας και πως έβαλε το γιο της να καθίσει μαζί του μπροστά στην εστία. Άλλοι πάλι λένε πως ο ίδιος ο Άδμητος, για να μπορέσει να επικαλεστεί απέναντι εκείνων που κυνηγούσαν τον Θεμιστοκλή θρησκευτικούς λόγους για τους οποίους ήταν ανάγκη να μην τον παραδώσει, μηχανεύτηκε από πριν και έπαιξε μαζί του αυτή τη σκηνή της ικεσίας…».
Μετά το 465 π.Χ. που πέθανε ο Άδμητος μεσολάβησε ένα διάστημα, μέχρι το 422, που οι βασιλιάδες της Ηπείρου «περιέπεσαν στην βαρβαρότητα», όπως γράφει ο Πλούταρχος στο βίο του Πύρρου.
Συγκεκριμένα, ο Πλούταρχος γράφει: «…Έπειτα, όμως, από τους πρώτους βασιλιάδες, επειδή οι ενδιάμεσοι βασιλιάδες περιέπεσαν στη βαρβαρότητα και έγιναν και στη δύναμη και στους τρόπους ζωής άσημοι, αναφέρουν, πως πρώτος ο Θαρύπας, επειδή εστόλισε τις πόλεις με ελληνικά έθιμα και γράμματα και ανθρωπιστικούς νόμους, έγινε ξακουστός. Και του Θαρύπα γιος ήταν ο Αλκέτας, του Αλκέτα δε (γιος) ήταν ο Αρρύβας… Ο Θαρύπας είναι ο μόνος διάδοχος των ηπειρωτικών φυλών που εκπαιδεύεται για μεγάλο χρονικό διάστημα στο πρώτο και μεγαλύτερο πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας…».
Και έχει σημασία αυτό. Γιατί μέχρι τότε οι Έλληνες ιστορικοί, ο Θουκυδίδης πρώτος στην ιστορία του, αποκαλεί τους Ηπειρώτες «βαρβάρους» με την έννοια βέβαια του απολίτιστου και απαίδευτου, αμόρφωτου.
Αυτή την εποχή ο Θαρύπας, ο διάδοχος του θρόνου των Μολοσσών ήταν ανήλικος. Τον έστειλαν στην Αθήνα τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, για να γνωρίσει μερικά πράγματα που θα του χρησίμευαν όταν θα ανέβαινε στο θρόνο. Επίτροπός του (αντιβασιλέας) στο θρόνο ήταν ο Σαβύλινθος της φυλής των Ατιντάνων, που κατοικούσαν στη σημερινή περιοχή της Δερόπολης της Β. Ηπείρου. Ο Θουκυδίδης στο βιλ. Β’, 80 γράφει: «…Μολοσσούς δε ήγε και Ατιντάνας Σαβύλινθος, επίτροπος ών Θαρύπου του βασιλέως, έτι παιδός όντος…».
Ο Θαρύπας έμεινε στην Αθήνα μέχρι το 422 π.Χ. Τότε ενηλικιώθηκε και επέστρεψε στην Ήπειρο για να αναλάβει τον θρόνο των Μολοσσών. Με την δημοκρατική παιδεία που εγνώρισε στην Αθήνα, επέστρεψε στην Ήπειρο αποφασισμένος να αναλάβει έργο φιλόδοξο, αναγεννητικό σε όλους τους τομείς.
Στις προσπάθειές του να εκσυγχρονίσει την Ήπειρο, έχει σαν πρότυπο την Αθήνα, της οποίας, όταν εκπαιδεύονταν εκεί, έγινε τιμητικά και Αθηναίος πολίτης. Γι’ αυτό τώρα προσχώρησε στη συμμαχία των Αθηναίων. Ο Θαρύπας είναι ο πρώτος Ηπειρώτης ηγεμόνας, ο οποίος εγκατέλειψε την πατροπαράδοτη απομόνωση των ηπειρωτικών φύλων από την ελληνική ζωή και προσχώρησε στην Αθηναϊκή Συμμαχία.
Από τότε αρχίζει μία καινούργια περίοδος, οικονομικής, κοινωνικής και εκπολιτιστικής ανασυγκρότησης των Μολοσσών, με αποτέλεσμα η υπερίσχυσή τους και η επικράτησή τους σε όλη την Ήπειρο. Από τον βασιλιά Θαρύπα οι Μολοσσοί αναλαμβάνουν την ηγεμονία της Ηπείρου, την οποία διατηρούν μέχρι τη Ρωμαϊκή υποδούλωση το 167 π.Χ.
Γιος και διάδοχος του Θαρύπα ήταν ο Αλκέτας. Ο Αλκέτας είχε δύο γιους, τον Αρύββα και τον Νεοπτόλεμο. Γιος του Αρύββα ήταν ο Αιακίδης και γιος του Αιακίδη ο Πύρρος. Ο Νεοπτόλεμος ήταν πατέρας της Ολυμπιάδας της μητέρας του Μεγ. Αλεξάνδρου και πατέρας του Αλεξάνδρου Α’ βασιλιά των Μολοσσών. Δηλαδή η Ολυμπιάδα είχε αδελφό τον βασιλιά της Ηπείρου Αλέξανδρο Α’ και γι’ αυτό ονόμασε και το γιο της Αλέξανδρο, τον γνωστό Μέγα Αλέξανδρο γιο του Φιλίππου Β’.
Στη διάρκεια της βασιλείας του Θαρύπα πραγματοποιήθηκε στην Ήπειρο ένα μεγάλο καλλιτεχνικό γεγονός. Ήλθε στην Ήπειρο ο ίδιος ο Ευριπίδης στην Πασσαρώνα και εδίδαξε στο κοινό των Μολοσσών την τραγωδία του «Ανδρομάχη». Την επάνοδο του Θαρύπα στην Ήπειρο συνόδευε ο Ευριπίδης που δίδαξε την «Ανδρομάχη» στην «Πασσαρώνα», την πρωτεύουσα των Μολοσσών, 11 χιλιόμετρα Βορειοδυτικά των Ιωαννίνων, όπως γράφει ο Σωτήρης Δάκαρης στη «ΔΩΔΩΝΗ» σελ. 9.
Στην τραγωδία «Ανδρομάχη», που παίχτηκε το 421 π.Χ. στην Ήπειρο, υπάρχει έντονο το μίσος κατά της Σπάρτης. Εξαίρεται η ηρωική καταγωγή του βασιλικού οίκου των Μολοσσών και του Θαρύπα, που είχε διατρέξει θανάσιμο κίνδυνο εξ αιτίας των Σπαρτιατών.
Διατυπώθηκε από κάποιους μελετητές αμφιβολία, αν παίχτηκε στην Πασσαρώνα η «Ανδρομάχη» και γιατί όχι στη Δωδώνη. Το πράγμα είναι απλό. Το θέατρο της Δωδώνης χτίστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. Όλα τα άλλα ιερά και το Μαντείο υπήρχαν από αιώνες πριν. Το θέατρο όμως χτίστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. (Δάκαρη «Δωδώνη» σ. 12).
Με κύριους φορείς τους Μολοσσούς και τον δημοκράτη φιλαθηναίο βασιλιά Θαρύπα σημειώνονται από το τέλος του 5ου αιώνα ριζικές μεταβολές σ’ ολόκληρη την Ήπειρο. Τα προϊστορικά χωριά συνοικίζονται σε μεγαλύτερους οικισμούς και περιτειχίζονται για την ασφάλεια των κατοίκων, καινούργιες πόλεις χτίζονται με ευθύγραμμα ρυμοτομικά σχέδια (Κασσιώπη, Γκούμανη, Αμμότοπος) και επιβλητικά δημόσια κτίρια. Εκσυγχρονίζεται η διοίκηση με την θέσπιση ετησίων αρχόντων και Βουλής. Κόβεται το πρώτο τοπικό νόμισμα, εισάγονται το αττικό αλφάβητο και η γραφή, ως τώρα άγνωστα στα ντόπια Ηπειρωτικά φύλα.
Με πρωτοβουλία των Μολοσσών συγκροτείται η πρώτη πολιτική κοινοπραξία, το «Κοινόν των Μολοσσών» (αρχές 4ου π.Χ. αι.). Από τις αρχές του 3ου π.Χ. αι., με την οριστική άνοδο στο θρόνο του Μολοσσού βασιλιά Πύρρου (297-272 π.Χ.) η πολιτική θέση των Ηπειρωτών μεταβάλλεται. Οι Μολοσσοί, απόγονοι των μεγάλων ηρώων των ομηρικών επών, του μυθικού Νεοπτολέμου, γιου του Αχιλλέα και της Ανδρομάχης, της χήρας του Έκτορα, φιλοδοξούν να αναμειχθούν ενεργά στις ελληνικές υποθέσεις.
Χτίζονται νέες πόλεις, κατασκευάζονται θέατρα και μεγαλοπρεπή οικοδομήματα και μεγάλα μνημεία τέχνης αρχίζουν να στολίζουν τα μεγάλα κέντρα, όπως η Αμβρακία και η Δωδώνη.
Στην ηρωική αυτή περίοδο ανακαινίζεται ριζικά το ιερό της Δωδώνης, με την ανοικοδόμηση του ναού του Δία και την ανάδειξή του σε μνημειακό κτίριο, με την κατασκευή του γιγάντιου θεάτρου, που βλέπουμε σήμερα.
Ο Θαρύπας είχε καταφύγει παιδί στην Αθήνα, για να σωθεί από κάποια ολιγαρχική συνωμοσία φιλοσπαρτιατική. Το γεγονός αυτό επρόκειτο να αποβεί ωφελιμότατο για την Ήπειρο. Το διάστημα που έμεινε στην Αθήνα ο Θαρύπας γοητεύτηκε από την αίγλη της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Έτσι, με την επάνοδό του «εισβάλλει» στην Ήπειρο ο αττικός πολιτισμός και η Αθηναϊκή επιρροή, που εκτοπίζει την Πελοποννησιακή…
Πηγές:
1. Θουκυδίδου Ιστορ. Β, 80.
2. Δημ. Ευαγγελίδη «Οι Αρχαίοι κάτοικοι
της Ηπείρου» 1962
3. Πλουτάρχου «Θεμιστοκλής», «Πύρρος».
4. Σωτ. Δάκαρη «Δωδώνη».
ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ
Η φωτογραφία είναι από τα ερείπια της αρχαίας Πασσαρώνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια τα οποία προσβάλουν και θίγουν πρόσωπα θα διαγράφονται.
Ανώνυμα μηνύματα που θα θίγουν επώνυμα άτομα θα διαγράφονται.
Σας προσκαλούμαι σε έναν διάλογο απόψεων και θέσεων για ένα καλύτερο μέλλων της ιδιαίτερης πατρίδος μας.